Ετικέτες
20 χρόνια συμπληρώνονται σήμερα από τότε που έφυγε από τη ζωή ο Μάνος Χατζιδάκις. Ας θυμηθούμε κι ας αναλογιστούμε ότι κάποιοι άνθρωποι δεν “φεύγουν” ποτέ…
15 Κυριακή Ιον. 2014
Ετικέτες
20 χρόνια συμπληρώνονται σήμερα από τότε που έφυγε από τη ζωή ο Μάνος Χατζιδάκις. Ας θυμηθούμε κι ας αναλογιστούμε ότι κάποιοι άνθρωποι δεν “φεύγουν” ποτέ…
13 Σάββατο Οκτ. 2012
Ετικέτες
Ακριβώς πριν από τέσσερεις μήνες είχαμε αναρωτηθεί αν ο Μάνος Χατζιδάκις είναι από τους ηττημένους της εποχής, αναδημοσιεύοντας ένα άρθρο των “Νέων”. Σήμερα, η συνέντευξη που αναδημοσιεύουμε από το lifo.gr οδηγεί σε δύο συμπεράσματα: Το πρώτο είναι ότι ο Μάνος έβλεπε την τραγική ήττα από πολύ νωρίς, ασχέτως αν η νεοελληνική κοινωνία ήταν έτοιμη να αφουγκραστεί τις προειδοποιήσεις του. Το δεύτερο συμπέρασμα είναι ότι ο μεγάλος συνθέτης παραμένει ζωντανός και σύγχρονος, όχι μόνο μέσα από το μουσικό έργο του, αλλά και μέσα από την οξύνοιά του που μπορεί ακόμα να μας προσφέρει χρήσιμα και επίκαιρα μηνύματα.
Διαβάζουμε και ανατριχιάζουμε:
To 1989 (τότε που το σκάνδαλο Κοσκωτά, η ένωση της Αριστεράς και η σχέση του Αντρέα με τη Μιμή μεσουρανούσαν στην πολιτική ατζέντα) o Μάνος Χατζιδάκις έδωσε μια ραδιοφωνική συνέντευξη. Και είπε πράγματα που 22 χρόνια αργότερα είναι επίκαιρα…
– Ζητούμε να μας πείτε πώς βλέπετε εσείς την κατάσταση της σημερινής κοινωνίας; Πολλοί φρονούν ότι περνά σοβαρή κρίση, ότι απειλείται με ηθική σήψη, ίσως με διάλυση, αφήνοντας μας έξω από τον εκσυγχρονισμό και την πρόοδο.Συμμερίζεστε αυτή την άποψη;
Μ.Χ.: Εγώ δε θα το έλεγα τόσο τραγικά, ότι μας αφήνει απ’ έξω. Είναι μια μοιραία κατάληξη ενός κόσμου, που προετοιμάστηκε για την εξαφάνιση του. Κι εκεί νομίζω ότι έχει μεγάλο μερίδιο όλος ο μεταπολεμικός κόσμος και ειδικά ο μεταπολεμικός πολιτικός κόσμος. Δεν προετοιμάστηκε το σπάνιο είδος και το πολύ ακριβό, του ελεύθερου πολίτη. Το είδος του ελεύθερου πολίτη δεν προετοιμάστηκε.
Γι αυτό έγινε και η δικτατορία. Γιατί πότε έγινε η δικτατορία; Το 67. Λοιπόν φανταστείτε, αν είχαμε αυτό το είδος του ελεύθερου πολίτη, θα μπορούσε να σταθεί αυτή η κατηγορία ανθρώπων, τόσο ευτελής, έστω και δέκα μέρες μόνο; Δεν θα μπορούσαν να σταθούν ποτέ. Αλλά, βέβαια για σκεφτείτε ότι ο έλληνας πολίτης όχι μόνο της πόλης αλλά και της επαρχίας, του χωριού, τί είχε ν’ αντιμετωπίσει όλα αυτά τα μεταπολεμικά χρόνια; Τον χωροφύλακα, τον εισαγγελέα, τον παπά. Αυτόν δεν τον αντιμετώπιζε και επί δικτατορίας; Ποιά ήταν η αλλαγή; Γιατί να ξεσηκωθεί;
-Σήμερα;
ΜΧ: Σήμερα είναι το αποτέλεσμα μιας τέτοιας θητείας.
– Δεν υπάρχουν ελεύθεροι πολίτες σήμερα κατά τη γνώμη σας;
ΜΧ: Ποιός τους προετοίμασε; Το σχολείο; Ξέρουμε πολύ καλά τί προετοιμάζει το σχολείο. Ο στρατός; Ξέρουμε σε τί ανυποληψία ρίχνει τον νέο Έλληνα πολίτη ο στρατός για να του αφαιρέσει και το τελευταίο ίχνος αξιοπρέπειας από πάνω του. Πόσοι είναι εκείνοι που αντέχουν; Οι 10; Οι 20; Με τις σπουδές φεύγουν έξω και τελειώνει. Ποιοί μένουν εδώ;
– Έτσι όπως το λέτε είναι σαν να μην υπάρχει ελπίδα
ΜΧ: Εγώ δεν έχω καμμία ελπίδα, παρά αν γίνει κανένα θαύμα. Εγώ δεν πιστεύω ότι έχουμε σήμερα τη δύναμη να επιβιώσουμε.
-Σαν κράτος θεωρείτε ή σαν εθνική οντότης;
ΜΧ: Ως εθνική οντότης. Θα μείνουμε λιγάκι σαν νάνοι αλλοτινών καιρών. Και θα το δείτε όταν έρθει η πλήρης ένωση με την Ευρώπη, σε ποιά κατάσταση θα βρισκόμαστε. Ποιά είναι η υποδομή, για να υπάρξουν έστω ένα-δύο χαρακτηριστικά στοιχεία της εθνικότητας μας;
-Αναρρωτιέμαι αν αυτή η απογοήτευση- αν μπορώ να την χαρακτηρίσω έτσι- που έχετε για το μέλλον, συμβιβάζεται με την έντονη παρουσία σας στα πολιτικά πράγματα, όχι βέβαια άμεσα σαν πολιτικός αλλά με την κριτική σας;
ΜΧ: Είμαι υποχρεωμένος κι αισθάνομαι όσο είμαι ζωντανός, να υπάρχω. και να υπάρχω με τις δυνάμεις μου, ασυμβίβαστες και με το μυαλό μου καθαρό. Όσο μπορεί να υπάρχει αυτό.
– «Τιμή εις εκείνους όπου εις την ζωήν των όρισαν και φυλάγουν Θερμοπύλες»
ΜΧ: Αλλιώς, αυτό δεν σημαίνει ότι έχω την αισιοδοξία ότι μπορεί ν’ αλλάξει τίποτα, ιδιαίτερα στο άμεσο μέλλον. Και μην ξεχνάμε, ότι σε τελευταία ανάλυση, οι μόνες στιγμές που σκεφθήκαμε σοβαρά ως έθνος, ήταν στις καταστροφές. Ας περάσουμε μια καταστροφή, μπας και σωθούμε σοβαρά.
– Δηλαδή εσείς δε φρονείτε ότι υπάρχει κάποια ελπίδα, κάποια διέξοδος; Τί θα μπορούσε να γίνει κατά τη γνώμη σας;
ΜΧ: Τίποτα. Η πλήρης εξαφάνιση μας. Και θα γίνει. Είμαι βέβαιος.
27 Δευτέρα Αυγ. 2012
Ετικέτες
Δεν είναι λίγες οι φορές που η ευτυχία συνοδεύεται από μια “περίεργη” μελαγχολία. Πολλοί θα το έχουν νιώσει, πολλοί θα προσπάθησαν και θα προσπαθήσουν να το εξηγήσουν, να το αναλύσουν. Ίσως, όμως, κανείς να μην το αποδώσει με τόση σαφήνεια και πληρότητα όσο ο μεγάλος Μάνος Χατζιδάκις. Και μάλιστα, χωρίς να πει ούτε μία λέξη…
27 Τετάρτη Ιον. 2012
Ετικέτες
Αναδημοσιεύουμε άρθρο του Χρήστου Γιανναρά από την “Καθημερινή”, το οποίο δημοσιεύτηκε την ημέρα των τελευταίων εκλογών. Στο άρθρο, πέρα από την απογοήτευση για τις επιλογές που μας απέμειναν για να αναλάβουν τη χώρα, διαφαίνεται και μια μικρή αχτίδα αισιοδοξίας – περισσότερο μια πρόταση του κου Γιανναρά για την ριζική ανανέωση του Ελληνισμού και τη χάραξη μιας νέας, ελπιδοφόρας πορείας.
Ποια τα σημάδια του καινούργιου
Tου Χρηστου Γιανναρα
Ψηφίζουμε σήμερα με απόγνωση. Mε κούραση και αποτροπιασμό για τις επιλογές που μας προσφέρονται. Eπομένως, μέσα σε τέτοιο κλίμα, δικαιολογείται μια επιφυλλιδογραφική παραχώρηση στη φαντασιώδη ελπίδα. Σαν αναλγητικό, αντίδοτο στην οδύνη. Σαν λυγμός για το ανέφικτο.
Eρώτημα λοιπόν: Aν κάποτε εμφανιζόταν το καινούργιο στον πολιτικό μας βίο, το ριζικά διαφορετικό από το σήμερα, ποια θα ήταν τα γνωρίσματά του; Oχι να επιχειρηθούν «βελτιώσεις» της κακομοιριάς, ανακαινισμοί του δοκιμασμένου και αποτυχημένου. Tο πραγματικά καινούργιο ποια σημάδια θα το δήλωναν, τι θα έπειθε όλους αυτονόητα ότι πρόκειται για καινουργία;
Παραχώρηση στη φαντασία σημαίνει προσωπικό οραματισμό. O οραματισμός δεν είναι υποχρεωτικά αυθαίρετος και ουτοπικός. Oπωσδήποτε όμως ο πολιτικός ρεαλισμός του οραματισμού θα εκτιμηθεί ανάλογα με το επίπεδο της κατά κεφαλήν καλλιέργειας των εκτιμητών.
Tυχόν γενικευμένη συναίνεση θα υποψίαζε, ίσως, για στοιχεία λαϊκισμού του οράματος, επομένως θα συνιστούσε αναίρεση του πραγματικά καινούργιου.
Eπιμένουμε λοιπόν στο ερώτημα ιχνογραφώντας απάντηση προσωπική. Ποια γνωρίσματα θα έχει το καινούργιο, αν ποτέ προκύψει, στον ελλαδικό πολιτικό βίο;
Πρώτο γνώρισμα: Tο καινούργιο, για να είναι καινούργιο, δεν θα είναι προσωποπαγές. Δεν θα το σαρκώνει η ατομική περίπτωση, έστω και χαρισματικού ηγέτη. Δεν θα είναι ένας, μοναδικός ο μπροστάρης. Θα είναι επιτελική ομάδα. Aπλώς ομάδα, ακόμα και ανθρώπων εξαιρετικά ικανών, δεν αρκεί, αν δεν λειτουργεί επιτελικά. Aυτοί που θα τη συγκροτούν πρέπει να έχουν ως πρωταρχικό χάρισμα την επιτελική ικανότητα. Tαλέντο στην ιεράρχηση προτεραιοτήτων. Στην εξασφάλιση των όρων πραγματοποίησης μιας απόφασης, προτού ανακοινωθεί η απόφαση.
Δεύτερο γνώρισμα: Aν η απόφαση έχει τις εγγυήσεις επιτελικής προετοιμασίας, τότε η τόλμη του καινούργιου δεν έχει περιορισμούς. Θα μεταφερθεί η πρωτεύουσα της χώρας. Aπό την Aθήνα στη Θεσσαλονίκη. Eίναι αναγκαία προϋπόθεση για να σχεδιαστεί εξ υπαρχής ο αναπτυξιακός χάρτης, να προγραμματιστεί μεθοδικά η νεκρανάσταση της πεθαμένης ελληνικής περιφέρειας. Nα προκληθεί, με ουσιώδη κίνητρα, η καθολική κατά το δυνατό αντίσταση στην ερημοποίηση του συντριπτικά μεγαλύτερου μέρους εδαφών της ελληνικής επικράτειας. Nα αναχαιτιστεί το τριτοκοσμικό μοντέλο της παράλογης και απάνθρωπης ανάπτυξης τερατουπόλεων.
H μεταφορά της πρωτεύουσας στη Θεσσαλονίκη έχει και τεράστια συμβολική σημασία, αναπροσανατολίζει το κοινωνικό φαντασιακό: Mπαίνει οριστικό τέλος στο κοραϊκό κράτος, στο προτεκτοράτο της ζηλότυπης αρχαιολατρίας των Δυτικών, το καταγωγικά και προγραμματικά μεταπρατικό. Tέλος στη συσίφεια προσπάθεια δύο αιώνων να ικανοποιήσουμε τις δικές μας ανάγκες πιθηκίζοντας θεσμούς που γέννησαν άλλες κοινωνίες για δικές τους, σαφώς διαφορετικές προτεραιότητες. H ενεργός μετοχή του Eλληνισμού στο σύγχρονο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι προϋποθέτει την απελευθέρωση από την επαρχιωτική μειονεξία του «ανήκομεν εις την Δύσιν». H συνείδηση της διαφοράς δεν σημαίνει αντιπαλότητα, σημαίνει προϋπόθεση ισότιμης δημιουργικής μετοχής. Nα ξαναπιάσουμε το νήμα της ιστορικής μας συνέχειας αντλώντας ταυτότητα από την αδιάκοπα ελληνική «Συμβασιλεύουσα» και όχι από την αερογέφυρα που στήσαμε πηδώντας πάνω από είκοσι πέντε αιώνες για να φανούμε απευθείας απόγονοι του Περικλή και του Aριστοτέλη.
Tρίτο γνώρισμα του καινούργιου: Mια συνεπής πραγματική αποκέντρωση. Oχι «παραχώρηση αρμοδιοτήτων στην περιφέρεια» και άλλα συναφή τεχνάσματα επιβίωσης του ολοκληρωτικού κομματικού κράτους, αλλά ανάδειξη της μικρής κοινότητας σε ζωντανό αυτοδιοικούμενο κύτταρο της συλλογικής μας υπόστασης. Kάθε κοινότητα χωριού και κάθε δήμος αστικού οικισμού να διαχειρίζεται τη ζωή και τις ανάγκες των πολιτών: Nα επιλέγει και να μισθοδοτεί τον δάσκαλο, τον δικαστή, τον εφημέριο, τον γιατρό, τον αστυνόμο. Nα χτίζει το σχολειό, να φτιάχνει και να συντηρεί τους δρόμους. Mε συνεχή έλεγχο από τη γενική συνέλευση των πολιτών και εποπτεία από την κεντρική κυβέρνηση.
Tέταρτο γνώρισμα ή σημάδι του καινούργιου: Mια ανασύσταση, από τα θεμέλια, του εκπαιδευτικού συστήματος. Nα αναμορφωθεί η λογική της διδακτέας ύλης στα σχολειά, να αλλάξει ριζικά το εξεταστικό σύστημα. Nα σχεδιαστεί εξ υπαρχής η χωροταξική κατανομή των πανεπιστημίων της χώρας και η οργανωτική τους άρθρωση σε σχολές και τμήματα. H υποχρεωτική εκπαίδευση (δημοτικό και γυμνάσιο) να επικεντρωθεί, σχεδόν αποκλειστικά, στη γλώσσα και στα μαθηματικά, αλλά στη γλώσσα ως λογική και στα μαθηματικά ως γλώσσα. Mε τα Aρχαία Eλληνικά να εισάγονται από την τετάρτη τάξη του Δημοτικού και με περιορισμό δραστικό του πληροφοριακού υλικού των υπόλοιπων μαθημάτων: Προτεραιότητα να έχει η άσκηση στην εύρεση και γονιμοποίηση της πληροφορίας, όχι η παθητική της πρόσληψη. Kαι να μην υπάρχει Eλληνόπουλο που να τελειώνει την εγκύκλια εκπαίδευση χωρίς άψογη χρήση μιας διεθνούς σήμερα γλώσσας.
Πέμπτο σημάδι του καινούργιου – τεράστιας συμβολικής και αυτό σημασίας: Aλλαγή του Eθνικού Yμνου. O σολωμικός «Yμνος στην Eλευθερία» είναι από τα μετριότερα στιχουργήματα του μεγάλου μας ποιητή, θεματικά περιορισμένος στην απελευθέρωση από τον τουρκικό ζυγό και με λεξιλόγιο κυρίως αφηρημένο, νοησιαρχικό. H μελοποίησή του από τον Mάντζαρο υπέταξε το ποίημα στις σκοπιμότητες εντυπωσιασμού που υπηρετεί η δυτική φανφάρα και ο Yμνος ταυτίστηκε με τον επαρχιώτικο εθνικισμό του μεταπρατικού μας κράτους. Tο καινούργιο θα μπορούσε να είναι κάτι σαν τον «Tσάμικο» του Nίκου Γκάτσου, στη μουσική του Mάνου Xατζιδάκι: Mέσα σε τρεις στροφές, με αδρές πινελιές, το πανόραμα της διαδρομής του Nέου Eλληνισμού, δήλωση ταυτότητας και μαρτυρία ήθους. Που μαζί με την αυθεντική ελληνικότητα της μουσικής μεταγγίζουν ιδιαιτερότητα πολιτισμού, όχι ψυχολογική ξιπασιά.
Για να εδραιωθεί στις συνειδήσεις το καινούργιο πρέπει να το συνοδεύουν κι άλλα απτά γνωρίσματα, ρεαλιστικά δείγματα πολιτικού νεωτερισμού: Θεσμική εξασφάλιση αξιοκρατίας στον δημόσιο τομέα, καταξίωση της αριστείας. Pιζική αλλαγή των οργανωτικών σχημάτων και των όρων λειτουργίας της δημοσιοϋπαλληλίας. Πειθάρχηση του συνδικαλισμού των κρατικών λειτουργών σε κοινωνικές, όχι συντεχνιακές προτεραιότητες.
Kαι οι ιδιοφυέστεροι εκφραστές του πολιτικά καινούργιου να στελεχώνουν τη Δημόσια Tάξη και το Pαδιοτηλεοπτικό Συμβούλιο.
Aυτά, σαν πυξίδα στο χάος που ξεκινάει από αύριο. Πυξίδα για τη «μαγιά» που επιμένει να ζητάει τη χαρά της ύπαρξης όχι στη βοσκηματώδη ιστορικο – υλιστική μονοτροπία. Δεξιάς ή αριστερής ετικέτας μονοτροπία.
Με την ευκαιρία, ας ακούσουμε άλλη μια φορά τον “Τσάμικο”:
15 Παρασκευή Ιον. 2012
Ετικέτες
Τον ευχαριστούμε και τον θυμόμαστε…
13 Τετάρτη Ιον. 2012
Ετικέτες
Αναδημοσιεύουμε ένα πολύ αξιόλογο άρθρο του Τάκη Θεοδωρόπουλου, όπως δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα των “Νέων”. Δυστυχώς, σε αυτό το κείμενο περιγράφεται η ήττα του Μάνου Χατζιδάκι και των ιδεών που πρέσβευε. Είναι, τελικά, ανίκητη η ανοησία; Είναι τόσο δύσκολο και άπιαστο το αυτονόητο; Έχουμε περιθώρια να διαψεύσουμε τα όσα γράφει ο Θεοδωρόπουλος; Μπορούμε να πάρουμε τη ρεβάνς για τον μεγάλο Μάνο;
[Ανορθόδοξα] Οι ηττημένοι του 2012
Όταν εκδίδαμε το αλήστου μνήμης περιοδικό «Το Τέταρτο», με τον Μάνο Χατζιδάκι συναντιόμασταν, μαζί με τον Νίκο Γκάτσο, κάθε μεσημέρι στο GB της Μεγάλης Βρεταννίας. Ήταν το στέκι που είχε επιλέξει όταν αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τον Φλόκα της Πανεπιστημίου, πολύ πριν γίνει τράπεζα. Σταμάτησε να πηγαίνει στον Φλόκα, όπως μου είχε πει ο ίδιος, γιατί βαρέθηκε να διαβάζει «Ριζοσπάστη». Και γιατί διάβαζε «Ριζοσπάστη»; Γιατί απέναντί του πήγαινε και καθόταν ο Γρηγόρης Μιχαλόπουλος, ο εκδότης της φιλοχουντικής «Ελεύθερης Ώρας», και ο Χατζιδάκις, για να τον εκνευρίσει και να μην τον βλέπει, άνοιγε την εφημερίδα του ΚΚΕ και κρυβόταν από πίσω της. Έλεγε πως είσαι ελεύθερος άνθρωπος όταν διατηρείς για τον εαυτό σου το δικαίωμα να λες καλημέρα σε όποιον εσύ επιλέγεις. Ως γνωστόν, του άρεσαν οι παραδοξολογίες και όταν τις έλεγε, αυτοσχεδιάζοντας ανάλογα με την περίσταση και την παρέα, κοιτούσε γύρω του για να δει τις αντιδράσεις υπομειδιώντας.
Σκέφτομαι πως ο Χατζιδάκις είναι ένας από τους μεγάλους ηττημένους της σημερινής Ελλάδας. Όχι γιατί δεν ακούγεται πια η μουσική του. Το αντίθετο, με τα χρόνια, κερδίζει ακροατές που όταν ζούσε τους είχε περισσότερο ως συνθέτης ελαφρών σουξέ που ο ίδιος αντιπαθούσε. Αυτό που ηττήθηκε είναι η νοοτροπία του και η στάση του απέναντι στην πολιτική και τον πολιτισμό, δηλαδή η στάση της ζωής του. Διότι ο Χατζιδάκις με τη στάση του -και όχι μόνον, και άλλοι πολλοί, απλώς αυτόν έτυχε να γνωρίσω μαζί με τον Γκάτσο και να τους συναναστραφώ – ενσαρκώνει τη μεγαλύτερη και ωραιότερη ψευδαίσθηση της Μεταπολίτευσης. Ότι η Ελλάδα, δημοκρατική χώρα πια, με τον δρόμο που είχε πάρει, με την «ευρωπαϊκή πορεία» της θα κατάφερνε να απαλλαγεί από το βάρος των ελληναράδων, από τη σαβούρα της ψυχής της. Ότι οι ελληναράδες, δεξιοί, αριστεροί και αριστεροδέξιοι, ήταν μια εξαίρεση και ότι εντέλει αυτό που θα επικρατούσε θα ήταν αυτό που ο ίδιος εκπροσωπούσε, και καλύτερα από τον ίδιον η μουσική του: κάτι το καθαρά ελληνικό που όμως μιλάει μια γλώσσα παγκόσμια, μια Ελλάδα που δεν φοβάται τον κόσμο στον οποίον ζει, που δεν υποφέρει από το σύνδρομο της αυτάρεσκης κλειστοφοβίας της.
Ήταν τότε τα μέσα της δεκαετίας του ’80 βέβαια, και ο ίδιος δεν είχε ψευδαισθήσεις. Η κατά μέτωπον σύγκρουσή του με τον αυριανισμό και τα παράγωγά του δεν ήταν τυχαία. Η νοσηρή ατμόσφαιρα της Ελλάδας του 2012 αποδεικνύει πως είχε πέσει έξω. Αυτός και όσοι σκέφτονταν όπως αυτός ήταν οι εξαιρέσεις. Οι υπόλοιποι ήταν ο κανόνας. Και τον θρίαμβό τους δεν τον προκάλεσε η κρίση. Η κρίση ήταν απλώς η θρυαλλίδα που πυροδότησε το εκρηκτικό θράσος των υλικών τους. Διότι και ο θυμός, και η αγανάκτηση, και το αίσθημα της αδικίας έχουν την ποιότητά τους, μια ποιότητα που την ορίζει η καλλιέργεια ή η έλλειψή της.
Να το πω και κάπως διαφορετικά: ο Μελανσόν, για παράδειγμα, είναι αρκετά μορφωμένος ώστε να ξέρει πως αυτά που λέει οδηγούν στον Ροβεσπιέρο, τον οποίον δεν διστάζει να τσιτάρει. Όπως και ο Σλάβοϊ ο Ζίζεκ. Τα εγχώρια υποπροϊόντα τους όμως απλώς μιμούνται τον επαναστατικό τους οίστρο χωρίς να αντιλαμβάνονται πού ακριβώς τους οδηγεί. Σκέτοι ελληναράδες που έχουν μάθει να σκέφτονται, διαβάζοντας κακές μεταφράσεις.
06 Δευτέρα Φεβ. 2012
Posted λογοτεχνία, μουσική
inΕτικέτες
Είναι μια από τις σπανιότατες περιπτώσεις που η φιλοσοφική και κοινωνιολογική σκέψη συμπυκνώνονται σε ένα ολιγόλεπτο τραγούδι. Το επίτευγμα ανήκει στον μεγάλο Νίκο Γκάτσο και στον μέγιστο Μάνο Χατζιδάκι, με τους εκπληκτικούς στίχους του πρώτου και την μαγική μουσική του δεύτερου. Ας απολαύσουμε το τραγούδι και ας σκεφτούμε αν και πώς μπορεί να αποδειχτεί λάθος το νόημά του…
Στίχοι: Νίκος Γκάτσος
Μουσική: Μάνος Χατζιδάκις
Πρώτη εκτέλεση: Αλίκη Καγιαλόγλου
Άλλες ερμηνείες:
Βασίλης Λέκκας
Μάριος Φραγκούλης
Αλκίνοος Ιωαννίδης
Ακούστε την ιστορία του Κεμάλ
ενός νεαρού πρίγκηπα,της ανατολής
απόγονου του Σεβάχ του θαλασσινού,
που νόμισε ότι μπορέι να αλλάξει τον κόσμο.
αλλά πικρές οι βουλές του Αλλάχ
και σκοτεινές οι ψυχές των ανθρώπων.
Στης Ανατολής τα μέρη μια φορά και ένα καιρό
ήταν άδειο το κεμέρι, μουχλιασμένο το νερό
στη Μοσσούλη, τη Βασσόρα, στην παλιά τη χουρμαδιά
πικραμένα κλαίνε τώρα της ερήμου τα παιδιά.
Κι ενας νέος από σόι και γενιά βασιλική
αγροικάει το μοιρολόι και τραβάει κατά εκεί.
τον κοιτάν οι Βεδουίνοι με ματιά λυπητερή
κι όρκο στον Αλλάχ τους δίνει, πως θ’ αλλάξουν οι καιροί.
Σαν ακούσαν οι αρχόντοι του παιδιού την αφοβιά
ξεκινάν με λύκου δόντι και με λιονταριού προβιά
απ’ τον Τίγρη στον Ευφράτη, απ’ τη γη στον ουρανό
κυνηγάν τον αποστάτη να τον πιάσουν ζωντανό.
Πέφτουν πάνω του τα στίφη, σαν ακράτητα σκυλιά
και τον πάνε στο χαλίφη να του βάλει την θηλειά
μαύρο μέλι μαύρο γάλα ήπιε εκείνο το πρωί
πριν αφήσει στην κρεμάλα τη στερνή του την πνοή.
Με δύο γέρικες καμήλες μ’ ένα κόκκινο φαρί
στου παράδεισου τις πύλες ο προφήτης καρτερεί.
πάνε τώρα χέρι χέρι κι είναι γύρω συννεφιά
μα της Δαμασκού τ’ αστέρι τους κρατούσε συντροφιά.
Σ’ ένα μήνα σ’ ένα χρόνο βλέπουν μπρός τους τον Αλλάχ
που από τον ψηλό του θρόνο λέει στον άμυαλο Σεβάχ:
«νικημένο μου ξεφτέρι δεν αλλάζουν οι καιροί,
με φωτιά και με μαχαίρι πάντα ο κόσμος προχωρεί»
Καληνύχτα Κεμάλ, αυτός ο κόσμος δε θα αλλάξει ποτέ
Καληνύχτα…
(πηγή: stixoi.info)